Έκρηξη αντιδράσεων έχει προκαλέσει σε σειρά εκπροσώπων επαγγελματικών φορέων η δήλωση του τέως υπουργού Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ, κ. Γιώργου Κατρούγκαλου, σύμφωνα με την οποία το κόμμα του εξετάζει τη σύνδεση των εισφορών των επαγγελματιών με το εισόδημά τους.
Αργότερα, ο κ. Κατρούγκαλου ανέφερε πως τα παραπάνω αποτελούν “προσωπική άποψη” του ιδίου, ενώ κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επισήμαναν πως κάτι τέτοιο -δηλαδή η επανασύνδεση των εισφορών με το φορολογητέο εισόδημα- δεν περιλαμβάνεται στο προεκλογικό πρόγραμμα της Κουμουνδούρου.
Πάντως, οι επικεφαλής των οργανώσεων των Μηχανικών (ΤΕΕ), των οικονομολόγων (ΟΕΕ), των εμπόρων και βιοτεχνών της Αθήνας (ΕΒΕΑ) αλλά και των δικηγόρων της Αθήνας (ΔΣΑ) εξέφρασαν την πλήρη αντίθεσή τους σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Αργότερα, ο ίδιος ο κ. Κατρούγκαλος, υπό το βάρος των αντιδράσεων δήλωσε πως αποσύρεται από τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ.
Πιο αναλυτικά, ο πρόεδρος του ΟΕΕ, κ. Κωνσταντίνος Κόλιας δήλωσε πως ο κ. Κατρούγκαλου “προφανώς, ξεχνά την τεράστια ζημιά, που έγινε, όταν ίσχυε ο περίφημος νόμος Κατρούγκαλου, όταν και πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες αδυνατούσαν να πληρώσουν τις υπέρογκες εισφορές, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν στη διακοπή της λειτουργίας της ατομικής τους επιχείρησης, ενώ ταυτόχρονα εκτοξεύθηκαν οι συνεργασίες με πληρωμές σε μαύρα, χωρίς παραστατικά”. Επίσης, “ξεχνά, το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος νόμος και ειδικότερα οι διατάξεις του για την επιβολή του κεφαλικού αυτού φόρου, κρίθηκε αντισυνταγματικός από το Συμβούλιο της Επικρατείας, μετά από προσφυγή του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και άλλων θεσμικών φορέων”.
Ο πρόεδρος του ΤΕΕ, κ. Γιώργος Στασινός, τόνισε πως “η σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών με το εισόδημά μας αποδείχτηκε καταστροφική την πρώτη φορά. Δεν θα αφήσουμε να υπάρξει δεύτερη. Δεν θα επιτρέψουμε να δημευθεί ξανά το εισόδημά μας, ο κόπος μας και το προϊόν της δουλειάς μας”.
Η πρόεδρος του ΕΒΕΑ, κυρία Σοφία Εφραίμογλου, ανέφερε πως “η συγκεκριμένη επιλογή στο παρελθόν οδήγησε στην εξόντωση χιλιάδων ελεύθερων επαγγελματιών, οι οποίοι αδυνατούσαν να πληρώσουν τις υπέρογκες εισφορές, αλλά και σε αύξηση της ‘μαύρης’ οικονομίας”, ενώ πρόσθεσε: “Ως ΕΒΕΑ είμαστε αντίθετοι. Η θέση του επιχειρηματικού κόσμου είναι σαφής: κάθε επιστροφή σε λογικές υπερφορολόγησης και στοχοποίησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις για την οικονομία και την απασχόληση”.
Ο πρόεδρος του ΔΣΑ, κ. Δημήτρης Βερβεσός δήλωσε πως “ο νόμος Κατρούγκαλου, που συνέδεσε τις ασφαλιστικές εισφορές με το εισόδημα είχε ως αποτέλεσμα την υπέρμετρη οικονομική επιβάρυνση των ελεύθερων επαγγελματιών – επιστημόνων, επιβάλλοντας σε αυτούς, επί της ουσίας, πρόσθετη φορολογική υποχρέωση. Ο νόμος αυτός, ο οποίος βρήκε αντιμέτωπο σύσσωμο το δικηγορικό σώμα, κρίθηκε αντισυνταγματικός και γι’ αυτό καταργήθηκε από την επόμενη Κυβέρνηση”.
Τι προέβλεπε ο νόμος Κατρούγκαλου – Τι άλλαξε με τον νόμο Βρούτση
Υπενθυμίζεται πως με βάση τον ασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου (2016) από την 1η Ιανουαρίου 2017 έως και την 31η Δεκεμβρίου 2019, οι ασφαλιστικές εισφορές των μη μισθωτών κάθε τρέχοντος έτους υπολογιζόταν κάθε χρόνο (αλλά σε μηνιαία βάση) ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματός τους του εκάστοτε προηγούμενου έτους.
Έτσι, για παράδειγμα, οι εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών υπέρ της κύριας ασφάλισης και υγείας για το έτος 2017 υπολογίστηκαν ως ποσοστό 26,9% επί του δηλωτέου εισοδήματος του 2016.
Ωστόσο, ο ίδιος νόμος έθετε μία ελάχιστη βάση υπολογισμού των εισφορών σε μηνιαία βάση: τον κατώτατο μισθό.
Από την 1η Ιανουαρίου 2017 έως και την 31η Ιανουαρίου του 2019, ο κατώτατος μισθός ανερχόταν στα 586 ευρώ. Συνεπώς, οι ελάχιστες εισφορές υπέρ κύριας ασφάλισης και υγείας ανερχόταν στα 157 ευρώ (26,9% Χ 586 ευρώ). Μετά την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ (από την 1η Φεβρουαρίου του 2019), οι ελάχιστες εισφορές ανήλθαν στα 174 ευρώ (26,9% X 650 ευρώ).
Αυτό σήμαινε πως σε ετήσια βάση, δηλαδή το 2019, όποιος δήλωσε το 2018 κάτω από 7.800 ευρώ (650 Χ 12 μήνες), πλήρωνε 174 ευρώ/μήνα. Με άλλα λόγια, ακόμη και αν κάποιος δήλωνε π.χ. 6.000 ευρώ ετησίως (500 ευρώ/μήνα) και οι αναλογούσες εισφορές του (αν δεν υπήρχε το κατώτατο πλαφόν) θα ανερχόνταν μηνιαίως σε 134 ευρώ (26,9% Χ 500 ευρώ), θα πλήρωνε 174 ευρώ, δηλαδή σαν να είχε δηλώσει εισόδημα 650 ευρώ/μήνα.
Για εισόδημα, όμως, πάνω από τα 7.800 ευρώ ετησίως, ίσχυαν οι εισφορές οι οποίες αναλογούσαν ακριβώς ως προς το δηλωτέο εισόδημα. Για παράδειγμα, όποιος δήλωσε το 2018 εισόδημα 9.400 ευρώ (ή 780 ευρώ/μήνα), θα πλήρωνε εισφορές κύριας ασφάλισης και υγείας ύψους 210 ευρώ.
Υπενθυμίζεται πως 1η (ελάχιστη) ασφαλιστική κατηγορία για τους επαγγελματίες από την 1η Ιανουαρίου 2020 (έως και την 31η Δεκεμβρίου 2022), βάσει του νόμου Βρούτση της κυβέρνησης ΝΔ (2020) ανερχόταν σε 210 ευρώ, πλήρως ανεξάρτητα από το φορολογητέο εισόδημά τους.
Συνεπώς, ο νόμος Κατρούγκαλου σε σχέση με τον νόμο Βρούτση έθιγε, κατά πρώτον, ιδίως εκείνους τους επαγγελματίες οι οποίοι δήλωναν εισόδημα περίπου πάνω από 9.400 ευρώ σε ετήσια βάση.
Για παράδειγμα, τον Μάρτιο του 2019, όποιος είχε δηλώσει το 2018 εισόδημα 9.500 ευρώ (791 ευρώ/μήνα), βάσει νόμου Κατρούγκαλου, θα πλήρωνε μηνιαίες εισφορές 212 ευρώ. Αντίθετα, τον Μάρτιο του 2020, βάσει νόμου Βρούτση, ως κατώτατες εισφορές πλήρωνε 210 ευρώ.
Όποιος το 2018, π.χ. δήλωσε εισόδημα 12.000 ευρώ ετησίως (1.000 ευρώ/μήνα), έπρεπε, βάσει νόμου Κατρούγκαλου, να πληρώνει εισφορές ύψους 269 ευρώ/μήνα. Αντίθετα, με τον νόμο Βρούτση έπρεπε να πληρώνει κατ’ ελάχιστον 210 ευρώ, δηλαδή 59 ευρώ (ή 21%) λιγότερα.
Επίσης, όποιος π.χ. το 2018 δήλωσε 15.000 ευρώ ετησίως (1.250 ευρώ μηνιαίως), με τον νόμο Κατρούγκαλου το 2019 έπρεπε να πληρώνει μηνιαίως 336 ευρώ/μήνα, ενώ κατ’ ελάχιστον με τον νόμο Βρούτση το 2020 πλήρωνε 210 ευρώ, δηλαδή 126 ή 37% λιγότερα.
Η επιβάρυνση (με τον ν. Κατρούγκαλου) μεγάλωνε όσο μεγάλωνε το εισόδημα, με κατώφλι τα 6.500 ευρώ/μήνα (78.000 ετησίως), τα οποία ήταν το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδημα, δηλαδή για κάθε ευρώ πάνω από αυτό το όριο, δεν επιβαλλόταν εισφορά.
Κατά δεύτερον, ο νόμος Κατρούγκαλου έθιγε συντριπτικά (εν σχέσει με το νόμο Βρούτση) όσους ελεύθερους επαγγελματίες είχαν παράλληλη απασχόληση.
Ο νόμος Κατρούγκαλου προέβλεπε εισφορές 26,9% για εισόδημα από κάθε επαγγελματική δραστηριότητα. Έτσι, αν κάποιος είχε π.χ. μία ατομική επιχείρηση και παράλληλα ήταν μέλος μίας εταιρείας, θα έπρεπε να πληρώνει εισφορές 26,9% για το εισόδημα που αποκτούσε για κάθε μία από αυτές χωριστά, με ελάχιστο τα 174 ευρώ/μήνα.
Για παράδειγμα, έστω επιχειρηματίας είχε το 2019 ατομική επιχείρηση με εισόδημα 7.000 ευρώ και είχε επιπλέον εισόδημα 7.500 ευρώ σαν μέλος μίας άλλης εταιρείας. Έπρεπε κατ΄ ελάχιστον να πληρώνει κάθε μήνα εισφορές ύψους 384 ευρώ.
Με τον νόμο Βρούτση, ο ίδιος επιχειρηματίας, το 2020 πλήρωνε εισφορές ίσες με εκείνες της 2ης ασφαλιστικής κατηγορίας, δηλαδή μόλις 252 ευρώ ανεξάρτητα από το εισόδημά του. Δηλαδή πλήρωνε 132 ευρώ/μήνα λιγότερες εισφορές (34%).
Και αυτό γιατί ο νόμος Βρούτση εισήγαγε την ασφαλιστική απαλλαγή για την παράλληλη ελεύθερη επαγγελματική δραστηριότητα, δηλαδή την πληρωμή ενός πακέτου εισφορών ανεξάρτητα από το πλήθος των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του κάθε επιχειρηματία.
πηγή : https://www.capital.gr/oikonomia/3716380/giati-antidroun-oi-epaggelmaties-stin-epanafora-ton-eisforon-tou-katrougkalou/